βλάστησαν

βλάστησαν
βλαστάνω
bud
aor ind act 3rd pl (homeric ionic)
βλαστάω
bring forth
imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)
βλαστάω
bring forth
aor ind act 3rd pl (attic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βλαστῆσαν — βλαστάνω bud aor part act neut nom/voc/acc sg βλαστάω bring forth aor part act neut nom/voc/acc sg (attic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βλασταίνω — ησα, βλαστημένος 1. βγάζω βλαστούς: Τ αμπέλια δε βλάστησαν ακόμη. 2. φυτρώνω (κυριολ. και μτφ.): Στον κήπο βλάστησαν πολλά ζιζάνια. – Η ιδέα της επανάστασης βλασταίνει πάντοτε ανάμεσα στους νέους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”